Γράφει ο Α. Γ. Κουκουλάς
Η αναφορά «Ιουλιανά», παραπέμπει σε δύο συγκλονιστικά πολιτικά γεγονότα που συνέβησαν και συντάραξαν την πολύπαθη Ελλάδα του 1965 και του 1920.
Το πρώτο έχει σχέση με την κρίση που προέκυψε μεταξύ του τότε πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου και του βασιλέως Κωνσταντίνου, ενώ το δεύτερο, μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών με θύμα τον «επιφανή εκπρόσωπο της αντιβενιζελικής παράταξης» ΄Ιωνα Δραγούμη.
Ένα ακόμη θύμα ή καλύτερα μια ακόμη δολοφονία στο βωμό της πολιτικής αντιπαλότητας και του διχασμού.
Στη δολοφονία αυτού «του πιστού του ΄Εθνους» Δραγούμη, θα αναφερθώ.
Ο ΄Ιων Δραγούμης, γιος του πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη, γυναικάδελφος του θρυλικού Παύλου Μελά και «αδελφός» του Περικλή Γιαννόπουλου, διπλωμάτης, πολιτικός και λογοτέχνης (με το ψευδώνυμο ΄Ιδας), πνεύμα ανήσυχο και πολύπλευρο, συγκροτούσε μία συναρπαστική προσωπικότητα. Μια προσωπικότητα δημιουργώντας ένα μύθο, μία «προσωπική μυθολογία», όπως σημειώνει ο Οδ. Ελύτης. Επρόκειτο περί εκείνου τον οποίο ο Καζαντζάκης «τίμησε περισσότερο στη ζωή του», ύμνησε ο ΄Αγγελος Σικελιανός και ο Γιάννης Κορδάτος (ένας Μαρξιστής, κάνοντας λόγο για ένα εθνικιστή) τον αποκάλεσε «τίμιο και ευγενικό πολιτικό, αντίπαλο της σοσιαλιστικής ιδεολογίας».
Αριστοκράτης, γλυκοαίματος και θανάσιμα μισητός, άνθρωπος του σαλονιού και των κομιτάτων, δημοτικιστής και γόνος καθαρευουσιάνων, ο Ίων Δραγούμης, σεμνός και γυναικοκατακτητής (συνδέθηκε ερωτικά με την Πηνελόπη Δέλτα και μετά, παθιασμένα με τη μεγάλη μας ηθοποιό Μαρίκα Κοτοπούλη), φίλος του βασιλιά Κωνσταντίνου, εχθρός του Βενιζέλου και οραματιστής μιας άλλης μεγάλης ιδέας.
Πατριώτης, ολόψυχα αφοσιωμένος στο έργο ενός αναγεννημένου εθνικισμού ή προσηλωμένος στη ρομαντική ιδέα ενός εθνικού αισθήματος, πίστευε ότι πίσω από τις διπλωματικές νίκες του Βενιζέλου, κρυβόταν απειλητικά το τέρας της εθνικής καταστροφής. Κυρίως υποστήριζε, πως αυτό τρεφόταν από την εθνική υποτέλεια και θα εμφανιζόταν μόλις θα το επέτρεπαν οι διεθνείς συσχετισμοί.
Ο Δραγούμης πίστευε ακράδαντα, ότι η υπεράσπιση του δικαιώματος του εθνικού και πολιτικού αυτοπροσδιορισμού, προείχε παντός άλλου.
Γιαυτό το λόγο και όταν η «Αντάντ» (αγγλογαλλική συμμαχία) με το Βενιζέλο εκδίωξε από την Ελλάδα το γερμανόφιλο βασιλιά Κωνσταντίνο το Μάϊο του 1917, ο Δραγούμης, όπως γράφει ο ιστορικός, Απόστολος Διαμαντής, αποφάσισε μέσα από το περιοδικό του «Πολιτική Επιθεώρησις» να σηκώσει το βάρος της αντίστασης στις επιλογές του Βενιζέλου και της Αντάντ, εξαπολύοντας δριμεία επίθεση εναντίον της επέμβασης και της βίαιης απομάκρυνσης του Κωνσταντίνου.
΄Εγραφε: « Η Ελλάς κατήντησε προτεκτοράτον τριών ξένων δυνάμεων. Προς επίτευξιν τούτου συνέπραξεν ευσυνειδήτως ομάς ασυνειδήτων Ελλήνων, εργασθείσα ανενδότως και ανερυθριάστως προς τούτο […]
Έκτοτε δεν έπαυσαν αι δυνάμεις να επεμβαίνουν ελευθέρως και ανενοχλήτως εις τα ημέτερα πράγματα και να καταλύουν, όπου ημπορούσαν, την κυριαρχίαν του Κράτους […].
Η επίθεση του Δραγούμη εναντίον του Βενιζέλου και της Αντάντ οδήγησε κατ΄ απαίτηση του Γάλλου γερουσιαστή Ζονάρ με τελεσίγραφο που έστειλε στην τότε ελληνική κυβέρνηση, τη σύλληψη και απέλασή του από τη χώρα.
Πράγματι ο Δραγούμης απελάθηκε στην Κορσική, όπου έμεινε εξόριστος για περίπου δύο χρόνια και επέστρεψε στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1919, για να συνεχίσει την εξορία του στη Σκόπελο μέχρι το Νοέμβριο του ίδιου έτους.
Η επιστροφή του Δραγούμη στην Αθήνα τον ανέδειξε σε ηγέτη της αντιπολίτευσης, καθώς ξεχώριζε για τις πολιτικές, διπλωματικές ικανότητες και την αγνή φιλοπατρία του.
Η συνθήκη των Σεβρών, μπορεί να ενσάρκωσε το εθνικό όραμα της απελευθέρωσης της Μακεδονίας και της Θράκης, όμως πέρασε μέσα από την προσωρινή μεν, αλλά πλήρη κατάλυσης της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας, ως αντίδωρο της πλήρους υπακοής των Ελλήνων απέναντι εκείνης της κατοχής.
Αυτά όμως εξήγειραν τη συνείδηση του Δραγούμη ο οποίος δικαιωνόταν πλήρως.
Δύο μέρες μετά την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών, στο Παρίσι, στο σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών, ο Βενιζέλος δέχτηκε δολοφονική επίθεση.
Δράστες, δύο απότακτοι βασιλόφρονες έλληνες αξιωματικοί. Ο υποπλοίαρχος, Απόστολος Τσερέπης, από το Αιτωλικό και ο υπολοχαγός Γεώργιος Κυριάκης, από την Κόρινθο ή ορθότερα από τους Αγίους Θεοδώρους.
Οι παρ΄ολίγον δολοφόνοι τον πυροβόλησαν με τα περίστροφά τους δέκα φορές. Παρά το ότι ήσαν δεινοί σκοπευτές, τον τραυμάτισαν επιπόλαια στο χέρι.
Η είδηση της απόπειρας έφτασε αρχικά παραποιημένη ως δολοφονία στην Αθήνα, με αποτέλεσμα να οδηγήσει σε μαζική βία εκ μέρους των βενιζελικών.
Ομάδες τους επιτέθηκαν και κατέστρεψαν γραφεία αντιπολιτευόμενων εφημερίδων, τυπογραφεία, καταστήματα και θέατρα, ενώ επιτέθηκαν και λεηλάτησαν σπίτια πολιτικών της αντιπολίτευσης, μεταξύ των οποίων, και εκείνο του πρώην πρωθυπουργού Στέφανου Σκουλούδη.
Τα γεγονότα βρήκαν τον Δραγούμη μαζί με την Κοτοπούλη. Μετά την επιβεβαίωση, ότι ο Βενιζέλος τελικά δεν δολοφονήθηκε, οι δυο τους κατευθύνθηκαν προς το σπίτι του Δραγούμη στην Κηφισιά.
Παρά την προτροπή της μεγάλης ηθοποιού να μην κατέβει στην Αθήνα,
εκείνος επέμεινε. Βιαζόταν να κλείσει την ύλη του περιοδικού του που θα κυκλοφορούσε την επόμενη.
Στη συμβολή των οδών Αλεξάνδρας και Κηφισίας (μπροστά στην έπαυλη Θων, σήμερα σύγχρονο κτίριο πλάϊ στον πύργο των Αθηνών) βρισκόταν στρατωνισμένο το τάγμα ασφαλείας του Γύπαρη, που ήταν η προσωπική φρουρά του Βενιζέλου (οι λεγόμενοι Γυπαραίοι).
Μόλις το αυτοκίνητο του Δραγούμη έφτασε εκεί, οι Γυπαραίοι τον κατέβασαν από το όχημα.
Ακολούθησαν μερικές διαβουλεύσεις στις οποίες πήραν μέρος ο Εμμανουήλ Μπενάκης και ο Γύπαρης.
Το απόγευμα της 31ης Ιουλίου 1920 ο Δραγούμης, με τη συνοδεία ενός αποσπάσματος φτάνει στη συμβολή των οδών Παπαδιαμαντοπούλου και Κηφισίας.
Από εδώ και κάτω η κατάθεση του αυτόπτη μάρτυρα Ιγκόρ Λεμπέντιεφ:
«Ανέμενον μεθ΄ομάδος εκ τριών ή τεσσάρων προσώπων την άφιξιν του τράμ […] την προσοχήν επέσυρεν ομάς στρατιωτών αγόντων εν συνοδεία έναν πολίτην καλού παρουσιαστικού και βαδίζοντος μετά πολλής αξιοπρεπείας. Δεξιόθεν και αριστερά αυτού εβάδιζον δύο στρατιώται, δεκάς δε ετέρων στρατιωτών είπετο εκ του σύνεγγυς.
Πάντες έφερον τυφέκια. Μόλις το απόσπασμα επλησίασεν εις τον υπ΄αριθμ. 905 στύλον του τράμ, μετέβαλλεν κατεύθυνσιν προς τα αριστερά και εσταμάτησεν παρά το πεζοδρόμιον, αφήσαν τον αιχμάλωτον πολίτην επί του πεζοδρομίου εις απόστασιν τεσσάρων περίπου βημάτων. Οι στρατιώται, αφού σταμάτησαν επυροβόλησαν: Ερρίφθησαν υπ΄αυτών περί τους δέκα πυροβολισμοί. Ουδέν πρόσταγμα ηκούσθη. Ο πυροβοληθείς πολίτης έπεσε άπνους χωρίς να βάλη κραυγήν, χωρίς να είπη τι».
Η δολοφονία του ΄Ιωνα Δραγούμη πέρασε στα ψιλά του βενιζελικού τύπου και παραποιημένη.
Εκείνος που επεδίωκε να είναι «ένα ωραίο δείγμα έλληνος», εκείνος που αγωνίστηκε και υποστήριζε « ότι εάν σώσουμε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει», αυτός που έγραφε ότι «αν ξεσκεπάσουμε τη δημοτική παράδοση, πρόσωπο με πρόσωπο θα αντικρίσουμε γυμνή την ψυχή μας» επέσυρε απλώς τον χαρακτηρισμό του Βενιζέλου «φρικτόν».
Στη «νεκρική ωδή», αφιερωμένη στο Δραγούμη, ο Παλαμάς έγραφε: «Λευκή ας βαλθεί όπου έπεσες Κολώνα.
(Πώς έπεσες, γραφή να μην το λέη).
Λευκή με της Πατρίδας την εικόνα.
Μόνο εκείνη ταιράζει να σε κλαίη.
Βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίη!…».
Πάντως, αξίζει νομίζω να μεταφέρω και κάποια λόγια του Γιώργου Ιωάννου: «Μακάριε και ευγενικέ ΄Ιωνα, τον πέτυχες τον ωραίο σκοπό σου να γίνεις ένα ωραίο δείγμα έλληνος. Και τώρα που τα χρόνια απόσβεσαν ίσως το μαρτύριό σου, μπορούμε και εμείς να ψελλίσουμε, πως καλύτερα που έγιναν έτσι και δεν σε έβαλαν να τους κυβερνήσεις. Θα σε είχαμε και σένα τώρα σαν τους άλλους…».