Απόφαση γενναίας ρύθμισης δανείων, που «αγγίζει» το 90%, σε 78χρονη συνταξιούχο από τον Πύργο εξέδωσε το Ειρηνοδικείο του Πύργου, ανοίγοντας τον δρόμο για ανάλογες αποφάσεις που θα ανακουφίσουν την πλειονότητα των δανειοληπτών χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος και θα προστατέψουν την κύρια κατοικία τους από το να βγει στο «σφυρί».
Η δανειολήπτρια κατέθεσε αίτηση για υπαγωγή στον αποκαλούμενο νόμο «Κατσέλη» το 2015, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών προς τους πιστωτές, περίπου 262.00 ευρώ, ζητώντας τη ρύθμιση των δανείων της με την ταυτόχρονη εξαίρεση της κύριας κατοικίας.
Η 78χρονη προσκόμισε στο δικαστήριο τα εκκαθαριστικά που αποδείκνυαν τις δραστικές περικοπές συντάξεων που έγιναν στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία, από την υπογραφή του πρώτου μνημονίου, σύμφωνα με τα οποία έχασε εισόδημα περίπου 40%, με συνέπεια να βρεθεί να μην μπορεί να ανταποκριθεί στα δάνειά της από το 2009 και μετά, περιερχόμενη σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία πληρωμής.
Η δικηγόρος που χειρίστηκε την υπόθεση, εξέφρασε την ικανοποίησή της για την απόφαση του Ειρηνοδικείου Πύργου, τονίζοντας ότι ρυθμίζεται χρέος 262.000 ευρώ με την υποχρέωση καταβολής του συνολικού ποσού των 30.520 ευρώ σε βάθος χρόνου, απόφαση αναμφίβολα ανακουφιστική.
«Είμαι απόλυτα ικανοποιημένη με την έκβαση της υποθέσεως αυτής και την ιδιαίτερα ευνοϊκή απόφαση του Ειρηνοδικείου Πύργου. Ουσιαστικά ρυθμίζεται χρέος 262.000 ευρώ, προερχόμενο από 21 δανειακές συμβάσεις, εκ των οποίων μόλις δύο επρόκειτο για στεγαστικά δάνεια, έναντι ελάχιστης μηνιαίας καταβολής (100 ευρώ) για 26 μήνες, προς πέντε πιστωτικά ιδρύματα και παράλληλα προστατεύεται η πρώτη κατοικία, με την καταβολή του 80% της αντικειμενικής της αξίας της σε χρονικό διάστημα 12 ετών, ρύθμιση μάλιστα που έπεται της πρώτης.
Η απόφαση είναι αρκετά ενθαρρυντική για όσους έχουν υπαχθεί ή πρόκειται να υπαχθούν στο Νόμο 3869/2010, καθότι προστατεύει την πρώτη κατοικία ενώ ρυθμίζει την οφειλή της αιτούσας σε πλαίσια που αυτή δύναται σήμερα να ανταποκριθεί, καταβάλλοντας συνολικά το ποσό των 30.520 ευρώ.
Εν προκειμένω το Δικαστήριο κατανόησε τη μείωση των συντάξιμων αποδοχών και την ταυτόχρονη αύξηση των δαπανών της αιτούσας καθώς και το ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, για τον υπέρογκο δανεισμό ευθύνονται και τα πιστωτικά ιδρύματα που είχαν κατά τον χρόνο λήψης των δανείων τη δυνατότητα ελέγχου της πιστοληπτικής ικανότητας του εκάστοτε δανειολήπτη. Μακάρι η ευεργετική απόφαση αυτή να αποτελέσει μία σανίδα σωτηρίας για τους υπερχρεωμένους δανειολήπτες», δήλωσε.