Κατατέθηκε το βράδυ της Τρίτης στη Βουλή το τελικό νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας που προβλέπει αλλαγές στον τρόπο διεξαγωγής των Πανελληνίων και εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση από το 2020, αλλά και συγχωνεύσεις Πανεπιστημίων και ΤΕΙ και παράλληλη ίδρυση πανεπιστημιακών τμημάτων σε όλη την Ελλάδα.
Το πολυνομοσχέδιο αναμένεται να ψηφιστεί με διαδικασίες εξπρές μέχρι την Μεγάλη Τετάρτη.
Στη συνέχεια, το υπουργείο Παιδείας θα καταρτίσει και θα στείλει τα Λύκεια το νέο Μηχανογραφικό, με βάση και τις συγχωνεύσεις , που προβλέπονται στο πολυνομοσχέδιο.
Αντιδράσεων συνέχεια
Την ίδια ώρα, συνεχίζονται οι αντιδράσεις των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Μετά τις διοικήσεις των πολυτεχνείων της χώρας, τον προβληματισμό τους για τις συνέπειες που θα επιφέρει το πολυνομοσχέδιο στην ποιότητα των σπουδών, εκφράζει και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Η Σύγκλητος του Ιδρύματος εξέδωσε ψήφισμα, στο οποίο επισημαίνει μεταξύ άλλων πως μέσα από το πολυνομοσχέδιο ιδρύονται Σχολές και Τμήματα, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε μελέτη σκοπιμότητας, ενώ τα προτεινόμενα εκ του μηδενός Τμήματα θεραπεύουν, όπως σημειώνεται, επιστημονικές περιοχές ήδη κορεσμένες στη χώρα μας και δεν διαφαίνεται να προσφέρουν ευοίωνες προοπτικές απασχόλησης στους μελλοντικούς αποφοίτους τους.
Συγκεκριμένα στο ψήφισμα αναφέρεται ότι:
-Με το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου ιδρύονται Σχολές και Τμήματα από συνέργειες Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι. χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε μελέτη σκοπιμότητας, όπως στοιχειωδώς απαιτείται ακόμη και για τα Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών. Πολλά από τα προτεινόμενα εκ του μηδενός Τμήματα θεραπεύουν επιστημονικές περιοχές ήδη κορεσμένες στη χώρα μας και δεν δια-φαίνεται να προσφέρουν ευοίωνες προοπτικές απασχόλησης στους μελλοντικούς αποφοίτους τους.
-Χωρίς να είναι σαφής η ύπαρξη οποιασδήποτε στρατηγικής για τα επαγγέλματα του Μηχανικού και τις προοπτικές ανάπτυξης των Σχολών των Μηχανικών, με το άρθρο 66 δίνεται η άμεση δυνατότητα στα Τμήματα Σχολών Μηχανικών που δεν εντάσσονται σε υφιστάμενες Πολυτεχνικές Σχολές να αυξήσουν τη διάρκεια των σπουδών τους από οκτώ σε δέκα εξάμηνα. Τα Τμήματα αυτά, στη συνέχεια, αντιστοιχίζονται με Τμήματα Πολυτεχνικών Σχολών Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) και εντάσσονται σε Πολυτεχνικές Σχολές, οι οποίες, εάν δεν υπάρχουν, ιδρύονται με υπουργική απόφαση. Η αξιολόγηση της διαδικασίας «Πολυτεχνειοποίησης» αυτών των Σχολών Μηχανικών προβλέπεται να γίνει με την υποβολή «ενδεικτικών προγραμμάτων σπουδών», που θα εγκριθούν από ειδική Επιτροπή του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και όχι από το αρμόδιο για εκπαιδευτικά θέματα Υπουργείο Παιδείας. Η διαδικασία αυτή ξεπερνά κάθε έννοια ακαδημαϊκής δεοντολογίας και σε καμία περίπτωση δεν διασφαλίζει την ποιότητα των σπουδών του Μηχανικού.-Η δημιουργία, με την παραπάνω συνοπτική διαδικασία, νέων Σχολών (Πολυτεχνικών, Γεωπονικών κ.λπ.) θα οδηγήσει νομοτελειακά σε υπερπροσφορά επιστημόνων, ενώ η απασχόληση των πτυχιούχων των περισσοτέρων συναφών Τμημάτων ήδη βρίσκεται σε ύφεση, ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης. Και, εάν η υψηλή ποιότητα των γνώσεων που αποκτούν οι νέες και νέοι στα ελληνικά Πανεπιστήμια αποτελεί σήμερα το βασικό προσόν για την επαγγελματική τους ένταξη, αυτό διακυβεύεται από την υποβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Ουσιαστικά υπονομεύεται και το μέλλον της χώρας μας, εφόσον η ανάπτυξή της βασίζεται στις ποιοτικές πανεπιστημιακές σπουδές των Ελλήνων επιστημόνων. Παρά τις γνωστές συνθήκες υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου, προκρίνονται πολιτικές, οι οποίες, αντί να στηρίξουν τις υφιστάμενες Σχολές –Τμήματα των οποίων έχουν χάσει έως και το 60% των μελών ΔΕΠ– δημιουργούν νέες Σχολές, η στελέχωση των οποίων φαίνεται να απορροφά σημαντικό μέρος των ήδη περιορισμένων πόρων. Αναπόφευκτο αποτέλεσμα της ίδρυσης τόσο μεγάλου αριθμού νέων Τμημάτων θα είναι η υποβάθμιση της ποιότητας των σπουδών
-Με το ισχύον «χαλαρό» νομικό πλαίσιο για τις μετεγγραφές φοιτητών, μεγάλο μέρος φοιτητών των αντίστοιχων νέων Τμημάτων θα μετακινηθεί προς τα κεντρικά πανεπιστήμια, καθιστώντας δύσκολη, αν όχι αδύνατη, την παροχή ποιοτικής εκπαίδευσης στα Τμήματα του ΑΠΘ. Αν ένας στόχος της μεταρρύθμισης αυτής είναι η ενίσχυση της Περιφέρειας, τότε θα πρέπει να αναμένεται η άμεση και πλήρης κατάργηση των μετεγγραφών, εφόσον θα μπορεί πλέον κάθε υποψήφιος να επιλέγει τη Σχολή που επιθυμεί με βάση μια νέα σειρά κριτηρίων.
-Η δημιουργία νέων προγραμμάτων σπουδών θα πρέπει να ακολουθεί την προβλεπόμενη διαδικασία που ορίζει η ΑΔΙΠ και να συνυπολογίζει την επαρκή στελέχωση των Τμημάτων στα οποία θα λειτουργεί το Πρόγραμμα Σπουδών, καθώς και την ύπαρξη της απαραίτητης υλικοτεχνικής υποδομής. Επιδιώκοντας την αριστεία στην ποιότητα σπουδών, η Σύγκλητος του ΑΠΘ προτείνει την ενίσχυση των διαδικασιών της ΑΔΙΠ με την καθιέρωση δεικτών ελέγχου ποιότητας των Προγραμμάτων Σπουδών.
-Το ΑΠΘ πρότεινε στο Υπουργείο ένα σχέδιο ανάπτυξης, που προβλέπει την ίδρυση τεσσάρων νέων Τμημάτων με συγκεκριμένη διαδικασία, ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Το διδακτικό έργο όλων των νέων Τμημάτων θα υποστηριχθεί μερικώς από υπηρετούντες σήμερα καθηγητές άλλων Τμημάτων. Τα νέα Τμήματα θα λειτουργήσουν μόνον εφόσον η Σύγκλητος του Ιδρύματος διαπιστώσει ότι έχουν εξασφαλισθεί επαρκές νέο προσωπικό και οι απαραίτητες υποδομές. Το ΑΠΘ ελπίζει ότι η τεκμηριωμένη αυτή πρόταση θα συμπεριληφθεί στο τελικό κείμενο του νομοσχεδίου που θα κατατεθεί στη Βουλή.
Πηγή: cnn.gr