Διόδια σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και για όλα τα οχήματα θέλει να επιβάλλει η Γερμανία σύμφωνα με ένα έγγραφο που αποκάλυψε το Reuters. Ειδικότερα ο Γερμανός υπουργός Μεταφορών Andreas Scheuer στοχεύει να αλλάξει τα δεδομένα στις μεταφορές αλλά και στις μετακινήσεις των Ευρωπαίων πολιτών επιβάλλοντας διόδια όχι μόνο στη χώρα του αλλά και σε ολόκληρη την ΕΕ κατά τη διάρκεια της προεδρίας τους στην ΕΕ!
Μέσα σε οκτώ χρόνια, σχεδόν όλα τα οχήματα (αυτροκίνητα, φορτηγά, ημιφορτηγά) που κινούνται στους αυτοκινητόδρομους, συμπεριλαμβανομένων των φορτηγών, λεωφορείων και των αυτοκινήτων, θα πρέπει να πληρώσουν διόδια, σύμφωνα με το σχέδιο της Γερμανίας για την τοποθέτηση διοδίων σε όλη την ΕΕ.
«Όσον αφορά τα κράτη μέλη που έχουν ήδη θεσπίσει σύστημα χρέωσης διοδίων ή άλλων Τελών χρέωσης σε όλα τα οχήματα θα πρέπει να εξαιρέσουν τα πούλμαν και τα λεωφορεία», αναγράφει το σχέδιο της Γερμανικής κυβέρνησης. Αυτό περιλαμβάνει η επίσημη πρόταση της Γερμανίας που έχει αναλάβει την προεδρία της ΕΕ από την 1ηΙουλίου και θα διαρκέσει έως τα τέλη του 2020.
Ωστόσο, ορισμένοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δήλωσαν στο Reuters ότι κάποια υπουργεία Μεταφορών σε Γερμανικά κρατίδια διαφωνούν με το συγκεκριμένο σχέδιο παρόλο που τα διόδια με βάση την απόσταση θεωρείται ευρέως ως μέτρο για την προστασία του κλίματος.
Επίσης οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), που αποτελεί το κόμμα της συγκυβέρνησης της Άνγκελας Μέρκελ εδώ και πολύ καιρό επικρίνει την επιβολή διοδίων στα αυτοκίνητα…
Να υπενθυμίσουμε πως ο Andreas Scheuer είχε βρεθεί και παλαιότερα στο επίκεντρο πολιτικής αντιπαράθεσης για την επιβολή διοδίων. Λίγες ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα του 2019, δύο εταιρείες διοδίων είχαν καταθέσει αγωγή κατά της γερμανικής κυβέρνησης ζητώντας αποζημίωση ύψους 560 εκατ. ευρώ για την αποτυχία του υπουργού να περάσει πρόταση επιβολής ειδικού τέλους κίνησης οχημάτων με ξένες πινακίδες στις γερμανικές οδικές αρτηρίες ταχείας κυκλοφορίας, τις γνωστές Autobahn.
Η πρόταση του Scheuer είχε απορριφθεί πανηγυρικά τον περασμένο Ιούνιο από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, καθώς παραβίαζε τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς κατά των διακρίσεων μεταξύ των πολιτών κρατών – μελών της ΕΕ.