Τα άτομα με ήπια λοίμωξη από τον νέο κορωνοϊό που δεν έχουν συμπτώματα long covid, μπορεί να έχουν προβλήματα προσοχής και μνήμης έξι έως εννέα μήνες μετά τη μόλυνση, σύμφωνα με νέα μελέτη του βρετανικού Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Τα γνωστικά προβλήματα που επηρεάζουν τη συγκέντρωση είναι χαρακτηριστικά της COVID μακράς διάρκειας – μιας κατάστασης που πλήττει ορισμένους μετά από μια αρχική περίοδο μόλυνσης – αλλά δεν έχει διαπιστωθεί πόσο διαδεδομένα είναι τα προβλήματα προσοχής μετά τη μόλυνση από τον κορωνοϊό.
Σύμφωνα με την ΕΡΤ, στη νέα μελέτη, οι συμμετέχοντες, οι οποίοι είχαν νοσήσει από τον κορωνοϊό στο παρελθόν, συμπλήρωσαν κάποιες ασκήσεις, ώστε οι ερευνητές να ελέγξουν τη μνήμη και τη γνωστική τους ικανότητα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες δυσκολεύονταν αρκετά να ανακαλέσουν προσωπικές εμπειρίες έως και έξι μήνες μετά τη μόλυνση. Είχε επίσης μειωθεί η ικανότητά τους να διατηρούν την προσοχή τους με την πάροδο του χρόνου έως και εννέα μήνες μετά τη μόλυνση.
«Αυτό που μας εξέπληξε είναι ότι παρόλο που οι συμμετέχοντες δεν είχαν συμπτώματα κατά τη στιγμή της εξέτασης, παρουσίαζαν προβλήματα προσοχής και μνήμης», δήλωσε η Δρ. Sijia Zhao από το Τμήμα Πειραματικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι με την πάροδο του χρόνου, η επεισοδιακή μνήμη και η προσοχή επανήλθαν σε μεγάλο βαθμό στο φυσιολογικό μετά από έξι και εννέα μήνες, αντίστοιχα. Οι συμμετέχοντες είχαν επίσης καλές επιδόσεις σε τεστ άλλων γνωστικών ικανοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της μνήμης εργασίας και του σχεδιασμού.
Ο Στίβεν Μπέρτζες της Μονάδας Βιοστατιστικής MRC του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, τόνισε τον μικρό αριθμό των ατόμων που συμμετείχαν στη μελέτη, προσθέτοντας ότι δεν ήταν τυχαιοποιημένη.
«Ωστόσο, παρά το γεγονός αυτό, οι διαφορές μεταξύ των ομάδων COVID και μη-COVID όσον αφορά διάφορες συγκεκριμένες μετρήσεις της γνωστικής ικανότητας που εξετάστηκαν σε αυτή τη μελέτη, ήταν εντυπωσιακές», δήλωσε.
«Παρά τους περιορισμούς της μη τυχαιοποιημένης έρευνας, φαίνεται απίθανο τα αποτελέσματα αυτά να εξηγούνται από συστηματικές διαφορές μεταξύ των ομάδων που δεν σχετίζονται με τη μόλυνση COVID».