Η ελιά για τους λαούς της Μεσογείου -και ιδιαίτερα για την Ελλάδα- αποτελεί πολύτιμο φυσικό και ιστορικό μνημείο, σύμβολο της ζωής και της υγείας.
Μπορούμε όμως να υπολογίσουμε την ηλικία ενός ελαιόδεντρου; Αρκετά δένδρα ελιάς λόγω του μεγέθους, του σχήματος ή άλλων χαρακτηριστικών τους, φανερώνουν ότι έχουν μια πολύ μεγάλη διάρκεια ζωή η οποία φαίνεται ότι προσμετράτε όχι μόνο σε αιώνες αλλά σε χιλιετηρίδες. Γι’ αυτό και οι όροι αιωνόβια ή χιλιόχρονα που αναφέρονται σε διάφορα κείμενα δεν αποτελούν απλά σχήματα λόγου.
Η πολύ μεγάλη, απροσδιόριστης διάρκειας, ζωή του ελαιοδέντρου, αποτελεί μια σαφή ιδιαιτερότητα του σε σχέση τόσο με άλλα καρποφόρα άλλα και δασικά δένδρα. Και ότι, δεν υπάρχουν, συγκεκριμένα στοιχεία, είναι φανερό ότι αρκετά από τα σημερινά υπάρχοντα ελαιόδενδρα, πρέπει να έχουν διάρκεια ζωής κάποιων χιλιάδων ετών, αναφέρει ο Σύνδεσμος Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης σε ανάρτησή του.
Ο προσδιορισμός της ηλικίας των πολύ παλαιών δένδρων (Λυριτζής, 1994) είναι συχνά πολύ δύσκολος, γιατί δεν διατηρούν πλήρες το ξύλο του κεντρικού κορμού τους. Έτσι, σύγχρονες μέθοδοι, δύσκολα μπορούν να έχουν εφαρμογή για τον προσδιορισμό της ηλικίας τους.
Αλλά και η κλασσική μέθοδος που βασίζεται στον αριθμό των ετήσιων δακτυλίων, παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες εφαρμογής λόγω της ιδιάζουσας οργάνωσης του κορμού του δέντρου.
Μια χονδρική προσέγγιση της ηλικίας παλαιών ελαιοδέντρων μπορεί να γίνει με βάση τα στοιχεία της περιμέτρου ή της μέγιστης ακτίνας του κεντρικού συμπαγούς κορμού, μετά από προσδιορισμό του μέσου ετήσιου ρυθμού ακτινικής ανάπτυξης του ελαιοδέντρου.
Ο ρυθμός αυτός διαφέρει ανάλογα με την ποικιλία, αλλά και τις εδαφοκλιματικές και θρεπτικές συνθήκες που υπήρχαν στην περιοχή του δένδρου κατά την διάρκεια της ζωής του και μπορεί να κυμαίνεται γενικά από 0-3mm/έτος αναλόγως των συνθηκών, συνήθως όμως βρίσκεται μεταξύ 0,5 – 1,5 mm/έτος.
Επομένως κορμός με μέγιστη ακτίνα R= 120 cm και μέσο ρυθμό ακτινικής αύξησης r=0,8mm/έτος θα έχει ηλικία Τ= R/r =1200:0.8=1500 ετών.
Βέβαια ο προσδιορισμός της ακτίνας του κορμού είναι αρκετά δύσκολος αφού ο κορμός παλαιών δένδρων εκτός του ότι συνήθως είναι κοίλος είναι και ασύμμετρα αναπτυγμένος και η νοητή εγκάρσια τομή στο σημείο της μέτρησης ακανόνιστη. Εξέταση τομών σε κορμούς και βραχίονες δείχνει ότι το σχήμα τους ελάχιστες φορές είναι συμμετρικό, ενώ αρκετές φορές είναι εκκεντρικό ή και πολυκεντρικό.
Γι’ αυτό η εκτίμηση της ηλικίας απαιτεί γνώσεις της φυσιολογίας, του τρόπου ανάπτυξης των δένδρων αλλά και των κλιματικών συνθηκών της περιοχής σε μακρά σειρά ετών.