Η εντυπωσιακή κοκκινομάλλα που πέρασε την είσοδο του κτιρίου στον αριθμό 8 της λεωφόρου Lilian Lane στη Μόσχα, συνοδευόμενη από άντρες της SVR, ήξερε ότι το «έργο» της είχε τελειώσει. Ηταν Παρασκευή 9 Ιουλίου του 2010 όταν η Αννα Τσάπμαν, η πιο διάσημη Ρωσίδα κατάσκοπος, επέστρεψε στην πατρίδα της και μεταφέρθηκε σε ένα στεγανοποιημένο κρησφύγετο της υπηρεσίας.
Η πιο διάσημη «Illegal» πράκτορας είχε συλληφθεί έναν μήνα πριν μαζί με άλλους εννιά συναδέλφους της στην Αμερική, προκαλώντας την ανάλογη ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας. Για τις επόμενες ημέρες παρέμεινε σε ένα διαμέρισμα 46 τ.μ. μιλώντας μόνο με ανώτατα στελέχη των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών, ενώ την αναζητούσαν όλα τα ΜΜΕ του κόσμου. Συγκέντρωνε άλλωστε όλα τα ιδανικά χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας θηλυκός Τζέιμς Μποντ ή για την ακρίβεια ένα «Κόκκινο Σπουργίτι» που έχει στρατολογηθεί σε νεαρή ηλικία από την FSB ή την SVR.
Ηταν γοητευτική, σαγηνευτική και για την ακρίβεια, όπως είπαν κάποιοι που τη γνώρισαν, εξέπεμπε μια κοσμοπολίτικη αύρα ως επιτυχημένη business woman στη Νέα Υόρκη. Βασικά όμως ήταν κάτι άλλο. Μια τέλεια εκπαιδευμένη πράκτορας που δρούσε υπό βαθιά κάλυψη στις ΗΠΑ μαζί με τους άλλους εννιά «συναδέλφους» της, χωρίς να υποπέσει σε λάθη. Συνελήφθη επειδή προδόθηκε από τον άνθρωπο που υποτίθεται ότι έπρεπε να φροντίζει για την ασφάλεια της Τσάπμαν, η οποία ζούσε ως επιχειρησιακός πράκτορας στην Αμερική.
Μέχρι να γίνει αυτό κανείς δεν είχε υποψιαστεί την εντυπωσιακή κατάσκοπο που έφυγε από το κρύο, άριστα προετοιμασμένη για την αποστολή της στη Δύση.
Νέα γενιά πρακτόρων
Δεν ήταν φυσικά ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία. Η Ρωσία, από την εποχή ακόμη του Ψυχρού Πολέμου με τη Δύση και ειδικά την Αμερική, φρόντισε να ιδρύσει σχολές κατασκοπείας σε διάφορες περιοχές της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ. Το Καζάν είναι μία από αυτές τις πόλεις που η KGB επέλεξε να στήσει μια σχολή για «αόρατους» πράκτορες που αναλάμβαναν εξαιρετικά δύσκολες αποστολές.
Χτισμένη στις όχθες του Βόλγα, η συγκεκριμένη βιομηχανική πόλη φιλοξενούσε, σύμφωνα με τον επί τρεις δεκαετίες πράκτορα της CIA Τζέισον Μάθιους, στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου μια σχολή της KGB από την οποία αποφοιτούσαν τα «Κόκκινα Σπουργίτια», οι κατάσκοποι δηλαδή που περνούσαν μια πολύ σκληρή εκπαίδευση υπό τις πιο δύσκολες συνθήκες και μετά στέλνονταν σε ειδικές αποστολές στο εξωτερικό. Κύριος σκοπός τους; Να στρατολογήσουν πληροφοριοδότες, να διεισδύσουν σε ξένες πρεσβείες -αυτές της Αμερικής ήταν η πρώτη προτεραιότητα- και σε κυβερνητικούς οργανισμούς.
Πολλά «Σπουργίτια» έκαναν εξαιρετική δουλειά εκείνη την περίοδο όπου ο χορός των κατασκόπων ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση καλά κρατούσε, όμως όλα άλλαξαν με τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Η KGB, απομεινάρι ενός παρελθόντος που όλοι ήθελαν να ξεχάσουν, διαλύθηκε στο πλαίσιο της αναβάθμισης των μυστικών υπηρεσιών της Ρωσίας. Η FSB και η SVR, που πήραν τη θέση της, προχώρησαν σε σαρωτικές αλλαγές, εκσυγχρονίστηκαν και εκποίησαν φιλόδοξα προγράμματα για τους νέους επιχειρησιακούς πράκτορες.
Το «Illegals Program» -έτσι το ονόμασαν οι Αμερικανοί- ήταν αναμφίβολα, σύμφωνα με αναλυτές και ανώτερα στελέχη των δυτικών μυστικών υπηρεσιών, μια ευφυέστατη κίνηση των Ρώσων ώστε να διεισδύσουν σε διάφορες χώρες. Οι νέοι πράκτορες, ύστερα από εκπαίδευση που κόστιζε κάποια εκατομμύρια δολάρια, μάθαιναν να λειτουργούν ως πολίτες της χώρας που θα στέλνονταν, υιοθετώντας τον τρόπο ζωής σε αυτές, τις διατροφικές συνήθειες και φυσικά τη γλώσσα.
Επειτα από επίπονη εκπαίδευση, η οποία μπορεί να διαρκούσε και πέραν του ενός έτους, εφοδιάζονταν με παραποιημένα διαβατήρια και στέλνονταν στην Ιταλία, στην Αγγλία, στη Γερμανία, στη Γαλλία, στο Βέλγιο και άλλες δυτικές χώρες. Οσο για την Αμερική, απορροφούσε δεκάδες «Illegals» που στέλνονταν σε ζευγάρια ή κατά μόνας για να εγκατασταθούν σε πόλεις και να ξεκινήσουν την καινούρια τους ζωή.
Η δράση στις ΗΠΑ
Ως πρώην επιχειρησιακός πράκτορας της CIA, ο Τζον Κυριάκου, μίλησε στο «ΘΕΜΑ» για τα «Κόκκινα Σπουργίτια» της Ρωσίας, που εξελίχθηκαν στους «Illegals» με αρκετά ηχηρά αποτελέσματα. «Αυτό το πρόγραμμα είναι κάτι αρκετά συνηθισμένο για τους Ρώσους. Υπάρχουν πιθανώς χιλιάδες “Illegals” σε όλο τον κόσμο, αλλά συνήθως δεν συμμετέχουν άμεσα στη συλλογή πληροφοριών σε τακτική βάση.
Αντίθετα, απλώς κάθονται αδρανοποιημένοι στη θέση τους και περιμένουν να “ενεργοποιηθούν”. Συνήθως έχουν δουλειές στις οποίες κανείς δεν θα έδινε σημασία: τη διαχείριση ενός καταστήματος με έργα τέχνης και χειροτεχνίες, τη διαχείριση ενός ταξιδιωτικού γραφείου ή εργάζονται σε συνεργείο αυτοκινήτων. Κανείς δεν θα έδινε σημασία σε τέτοια επαγγέλματα. Ομως όταν η Μόσχα θέλει να τους ενεργοποιήσει, είναι έτοιμοι να κάνουν οτιδήποτε, από το να συλλέξουν πληροφορίες μέχρι τη δολοφονία ανθρώπων».
Το πρόγραμμα των «Illegals» ήταν το αγαπημένο του Βλαντιμίρ Πούτιν, αφού έχοντας περάσει ο ίδιος από την KGB, καταλάβαινε απόλυτα τη σημασία του. Η γοητευτική Αννα Τσάπμαν τον δικαίωσε σε μεγάλο βαθμό μαζί με τους άλλους εννιά συναδέλφους της που έδρασαν στις ΗΠΑ μέχρι τον Ιούνιο του 2010. H Αννα Βασίλιεβνα Κουστσένκο, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, κόρη αξιωματούχου της KGB, σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας.
Ταυτόχρονα σχεδόν είχε στρατολογηθεί από την SVR με τις ευλογίες του πατέρα της, και όταν έφυγε για το Λονδίνο φρόντισε να γνωρίσει τον άνδρα που θα της έδινε τη βρετανική υπηκοότητα. Ο Αλεξ Τσάπμαν είδε τη 19χρονη τότε Αννα σε ένα rave party στα Docklands, την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και το ζευγάρι παντρεύτηκε στη Μόσχα λίγους μήνες αργότερα.
Αποκτώντας τη βρετανική υπηκοότητα, η Ρωσίδα κατάσκοπος μπορούσε να ταξιδεύει στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης ελεύθερα, ενώ άρχισε να εργάζεται αρχικά στη NetJets και αργότερα στην τράπεζα Barclays. Ο γάμος με τον Τσάπμαν θα κρατήσει μέχρι το 2006, ενώ ο χωρισμός δίνει άλλον αέρα στη Ρωσίδα Μάτα Χάρι που κυκλοφορεί στα chick στέκια του Λονδίνου, γνωρίζει κόσμο και αλιεύει πληροφορίες.
Τρία χρόνια μετά έρχεται η ώρα της Αμερικής για την 27χρονη πλέον κατάσκοπο που εγκαθίσταται στο Μανχάταν, σε διαμέρισμα στον ουρανοξύστη 20 Exchange Place, ένα τετράγωνο μακριά από τη Wall Street. Τα μυστικά κονδύλια της SVR βοηθούν την Αννα και τη real estate εταιρεία που έχει στήσει να πάει από το καλό στο καλύτερο, χωρίς να διαισθάνεται ότι σε λίγους μήνες θα βρεθεί σε στενό κλοιό ως βασική πρωταγωνίστρια σε ένα κατασκοπευτικό θρίλερ.
Η προδοσία
Ο Αλεξάντερ Νικολάγιεβιτς Ποτέγιεφ, γεννημένος στις 7 Μαρτίου του 1952, ήταν ένας από τους πιο δυνατούς παίχτες αυτού του θρίλερ, αφού ήταν συνταγματάρχης της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (SVR), αλλά στρατολογημένος ταυτόχρονα από τη CIA. Είναι αυτός που ουσιαστικά «έδωσε» στο πιάτο -ως επικεφαλής στο διαβόητο Τμήμα S της SVR- την Τσάπμαν και άλλους εννιά Ρώσους πράκτορες στη CIA και το FBI.
Τότε λοιπόν οι αμερικανικές υπηρεσίες ασφαλείας «λοκάρουν» τους δέκα Ρώσους παρακολουθώντας τους με τις πλέον σύγχρονες μεθόδους, ακούν τις συνομιλίες τους και τους βιντεοσκοπούν. Πράκτορας του FBI με την ιδιότητα του επιχειρηματία αφήνει την Τσάπμαν να νομίζει ότι τον έχει στρατολογήσει, αποκτά στενή φιλική σχέση μαζί της και περιμένει την κατάλληλη στιγμή.
Αυτή θα έρθει τον Ιούνιο του 2010 με μια εντυπωσιακή επιχείρηση που ξήλωσε το δίκτυο των δέκα Ρώσων κατασκόπων και ήταν μια ηχηρή σφαλιάρα των Αμερικανών στον «αόρατο πόλεμο» των μυστικών υπηρεσιών προς τη Ρωσία. Ενα ξήλωμα που έλαβε χώρα μόλις το αεροπλάνο του Ντμίτρι Μεντβέντεφ απογειώθηκε από την Ουάσινγκτον μετά το τέλος της επίσημης επίσκεψής του.
Κλιμάκια πρακτόρων του FBI και της CIA συνέλαβαν ταυτόχρονα σε διάφορες πόλεις τους δέκα Ρώσους κατασκόπους έπειτα από παρακολούθηση μηνών, ενώ ο τότε διοικητής της CIA Λίον Πανέτα, είχε ενημερώσει τον Μπαράκ Ομπάμα λίγα 24ωρα πριν από την έλευση του Μεντβέντεφ στις ΗΠΑ και η εντολή ήταν να περιμένει ώστε να μη διαταραχθεί η επίσκεψη του τότε προέδρου της Ρωσίας.
Η ζωή μετά την SVR
Από εκείνη τη μέρα ο Ποτέγιεφ είναι κόκκινο πανί για τον Πούτιν, που ως γνωστόν δεν ξεχνάει ποτέ τους «προδότες». Λίγα 24ωρα μετά τις συλλήψεις της Αννας Τσάπμαν και των υπόλοιπων εννιά, όταν ρωτήθηκε για τον Ποτέγιεφ πού ήταν εξαφανισμένος, απάντησε συνοφρυωμένος: «Περιμένετε σε μια συνέντευξη Τύπου να σας μιλήσω για το τι θα κάνουν οι υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας;». Ηδη είχε δώσει εντολές για να «σφραγίσει» τη μοίρα του Ποτέγιεφ, τον οποίο είχε στρατολογήσει η CIA από το 1999, αλλά το συγκεκριμένο «πουλί» είχε πετάξει -για την ακρίβεια φυγαδευτεί- λίγο πριν από τις συλλήψεις των δέκα.
Η Τσάπμαν και οι υπόλοιποι εννιά ανταλλάσσονται ύστερα από συνεννόηση ΗΠΑ και Ρωσίας στο αεροδρόμιο της Βιέννης και επιστρέφουν με lear jet στο Ντομοντέντοβο της Μόσχας.
Η γοητευτική πράκτορας έπειτα από λίγες ημέρες θα συναντήσει τον Πούτιν, ο οποίος την υποδέχθηκε ως ηρωίδα της Ρωσίας και έκτοτε θα ξεκινήσει μια άλλη καριέρα: αποκτά δικό της τηλεοπτικό σόου, δίνει διαλέξεις σε πανεπιστήμια και κάνει τολμηρές φωτογραφήσεις έναντι αδρής αμοιβής, όπως αυτή για τη ρωσική έκδοση του περιοδικού «Maxim» φορώντας εσώρουχα Agent Provocateur.
Για το πόσο έντονα άφησε το σημάδι της σε αυτό το κατασκοπικό θρίλερ αρκεί η απάντηση του Τζο Μπάιντεν όταν φιλοξενήθηκε στο «Tonight Show» με τον Τζέι Λένο και ο τελευταίος τον ρώτησε: «Εμείς έχουμε τόσο καυτές κατασκόπους;». Χαμογελώντας, λοιπόν, ο Μπάιντεν απάντησε στον παρουσιαστή με χιούμορ: «Θέλω να είμαι ξεκάθαρος, Τζέι. Δεν ήταν δική μου ιδέα να τη στείλουμε πίσω!».