Το φαινόμενο της έλλειψης προσωπικού ανοίγει την ατζέντα της συζήτησης, μια μέρα όπως η Πρωτομαγιά, αλλά και βέβαια ενόψει και των εκλογών, για μια άλλη σειρά κομβικών ζητημάτων, όπως η μετανάστευση, η εκπαίδευση και οι μισθοί.
Σε ένα κομβικό ζήτημα για την πορεία της οικονομίας εξελίσσεται το θέμα των ελλείψεων προσωπικού που ειδικά σε συγκεκριμένους κλάδους, όπως οι κατασκευές, ο τουρισμός, ο πρωτογενής τομέας λαμβάνει μεγάλες διαστάσεις.
Ήδη, μάλιστα λόγω του ότι και σε άλλες χώρες της ΕΕ υπάρχει ανάλογο πρόβλημα, αλλά και σημαντικά καλύτερες αμοιβές, καταγράφεται φυγή εποχικά εργαζομένων, εντείνοντας το πρόβλημα. Σύμφωνα, μάλιστα, με εκτιμήσεις και πληροφορίες, μέχρις στιγμής 15.000 – 20.000 εποχικοί εργαζόμενοι τελικά επέλεξαν να εργαστούν στο εξωτερικό με καλύτερους μισθούς και συνθήκες εργασίας, σε χώρες όπως Ισπανία, Ιταλία και Κροατία.
Να σημειωθεί ότι με βάση αναφορές παραγόντων του τουρισμού, πέρυσι οι κενές θέσεις εργασίας στα ξενοδοχεία – καταλύματα και στην εστίαση ξεπέρασαν τις 60.000 ενώ για το 2023 εκτιμάται ότι θα υπερβούν τις 80.000.
Συμπεριλαμβάνοντας και άλλες δραστηριότητες της τουριστικής οικονομίας, όπως τουριστικά γραφεία, αεροπορικές υπηρεσίες, ενοικιάσεις αυτοκινήτων κλπ, οι ελλείψεις σε προσωπικό εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τις 100.000, ενώ αν εκτιμηθεί και η κατάσταση σε άλλους χώρους, π.χ. τεχνικά επαγγέλματα κτλ, τα κενά διπλασιάζονται.
Ενδεικτικά, μόνο στον τουρισμό, σύμφωνα με την έκθεση του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), για το 2022, το 1/5 των θέσεων εργασίας έμεινε κενό και ιδίως στις ειδικότητες «καμαριέρα, σερβιτόρος, receptionist, βοηθός σερβιτόρου, λαντζέρης, barista και τεχνική υποστήριξη», που αντιστοιχούν συνολικά στο 52% του συνόλου των θέσεων εργασίας.
Η μετάκληση εργαζομένων
Για την “θεραπεία” της κατάστασης αυτής, προωθήθηκε πρόσφατα κοινή υπουργική απόφαση που επιτρέπει την εισαγωγή εργαζομένων κυρίως από την Ασία. Βέβαια, όπως αναφέρουν παράγοντες του τουρισμού, η λύση είναι μάλλον προσωρινή. Απαιτείται, όπως αναφέρεται, συγκροτημένη πολιτική με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες σε εκπαίδευση, κατάρτιση, ώστε σταδιακά να “χτιστεί” καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, που θα θωρακίσει ποιοτικά τον τουρισμό. Επίσης, σε σχέση με άλλους κλάδους, π.χ. τεχνικά επαγγέλματα τονίζεται η κάλυψη θέσεων από μη εκπαιδευμενους δημιουργεί προβλήματα καθυστερήσεων αλλά και “αστοχιών” σε τεχνικά έργα κτλ. που μάλιστα εκτοξεύουν τα κόστη.
Όπως, πάντως, υποστηρίζει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Επισιτισμό και στον Τουρισμό, Γιώργος Χότζογλου, το μέτρο της μετάκλησης εργαζομένων από τρίτες χώρες είναι μία «κίνηση πανικού», από την πλευρά της κυβέρνησης και των ξενοδόχων που δεν θα αποδώσει καρπούς. «Είναι ένα εγχείρημα που δεν περπατάει και δεν θα περπατήσει, διότι οι κενές εργασίας στον κλάδο δεν είναι λαντζέρηδες και καθαριστές. Μας λείπουν εξειδικευμένες θέσεις εργασίας, όπως σερβιτόροι, καμαριέρες, ρεσεψιονίστ, γκρούμ, και δεν μπορούν οι συνάθρωποι μας από την Ασία να έρθουν και να κάνουν αυτές τις δουλειές. Γι αυτό το λόγο έχουμε φτάσει στον Απρίλιο και δεμ έχει προχωρήσει το θέμα», σημειώνει και επισημαίνει ότι με αυτή την απόφαση της «η κυβέρνηση ρίχνει νερό στο μύλο των νεοναζί και της ξενοφοβίας».
Νέες πολιτικές
Πέρα όμως από τα προσκόμματα που δημιουργούνται σε σχέση με την πορεία των εν λόγω κλάδων και τη διασφάλιση παροχής υπηρεσιών υψηλής στάθμης, το φαινόμενο της έλλειψης προσωπικού ανοίγει την ατζέντα της συζήτησης, ειδικά ενόψει και των εκλογών και για μια άλλη σειρά ζητημάτων, που ξεκινούν από το δημογραφικό, το μεταναστευτικό, με αιχμή τις πολιτικές ενσωμάτωσης, αλλά και της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών, αλλά και το πώς διαμορφώνονται συνθήκες στην αγορά εργασίας αλλά και οι σχέσεις μεταξύ των δομών εκπαίδευσης και της αγοράς.
Σχέση εκπαίδευσης – αγοράς εργασίας
«Πριν 10 χρόνια ήταν έγκλημα καθοσιώσεως για τους πανεπιστημιακούς να μιλήσουν με τις εταιρείες εντός πανεπιστημίου. Πλέον δεν ισχύει αυτό. Αλλά χρειάζεται να γίνουν πολλά ακόμα» τόνισε ο Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ομίλου TITAN και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) στη συζήτηση με τίτλο “BRIDGING THE SKILLS’ GAP WITH AMBITIOUS AND BOLD ACTION” που έγινε στο πλαίσιο του 8oυ Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.
Σχολιάζοντας τη χαμηλή θέση της Ελλάδας στην κατάταξη της ΕΕ με κριτήριο το ποσοστό των επιχειρήσεων που προσφέρουν προγράμματα κατάρτισης στο προσωπικό τους ο κ. Παπαλεξόπουλος τόνισε: «Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι επιχειρήσεις είναι περισσότερο μέρος του προβλήματος παρά μέρος της λύσης. Μόνο20% των ελληνικών επιχειρήσεων παρέχουν οργανωμένα προγράμματα εκπαίδευσης στους εργαζόμενους τους έναντι 67% του μέσου όρου στην Ε.Ε. Οι λόγοι έχουν να κάνουν με το ό,τι δεν έχουμε κουλτούρα δια βίου μάθησης αλλά και με τη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας. Για παράδειγμα ,οι μεγάλες επιχειρήσεις παρέχουν σε ποσοστό 60% εκπαίδευση. Το πρόβλημα είναι πως στην Ελλάδα έχουμε πολύ περισσότερες μικρές παρά μεγάλες επιχειρήσεις. Ένα άλλο πρόβλημα είναι πως έχουμε μικρότερη παρουσία σε τομείς που χρειάζονται εκπαίδευση, όπως η καινοτομία. Αλλά υπάρχουν και πρακτικά προβλήματα. Μέχρι πολύ πρόσφατα η χρηματοδότηση από το κράτος των προγραμμάτων εκπαίδευσης ήταν και γραφειοκρατική και δύσκολη. Αλλά αυτό βλέπουμε πως αλλάζει σιγά σιγά. Είμαστε σε καλό δρόμο αλλά είμαστε ακόμα πολύ μακριά από αυτό που χρειάζεται».
Ο Γιώργος Λεκάκος, καθηγητής στο τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ), μίλησε για τη σύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας: «Σε ένα ευνοϊκότερο περιβάλλον μπορούμε να κάνουμε περισσότερα. Έως τώρα η διασύνδεση αγοράς και πανεπιστημίων ήταν κάπως παθητική. Η σχέση εταιρειών και πανεπιστημίου πρέπει να γίνει οργανική. Από την εμπειρία μου, οι εταιρείες που μπαίνουν μέσα στο πανεπιστήμιο είναι οι πλέον επιτυχημένες. Συνεργαζόμαστε στενά. Κάνουν παρουσιάσεις, δίνουν δεδομένα, υπάρχει καθημερινή σχέση. Αυτό πρέπει να επεκταθεί».
πηγη news247.gr