Στο Αττικό ημερολόγιο, ο Αύγουστος φερόμενος ως «Μεταγειτνιών» κατείχε τη δεύτερη θέση με διάρκεια 29 ημερών, ενώ στο παλαιό Ρωμαϊκό την έκτη. Γιαυτό και ονομαζόταν Sextilis, δηλαδή έκτος.
Την όγδοη θέση την κατέλαβε, όταν ο Νουμάς Πομπήλιος πρόσθεσε τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο στην αρχή του έτους, ενώ η μετονομασία του σε Augoustus (δηλαδή Σεβαστός, Μεγαλοπρεπής) οφείλεται στον αυτοκράτορα Οκταβιανό Αύγουστο, στον οποίο αφιερώθηκε ο μήνας.
Υποστηρίζεται ωστόσο, ότι ο ίδιος ο αυτοκράτορας έβαλε το μήνα στην προηγούμενη θέση, για να τιμήσει το θάνατο της Κλεοπάτρας, η οποία όπως λέγεται, έθεσε τέλος στη ζωή της στις 12 Αυγούστου του 30 π.Χ.
Κατά μία αναφορά, ο Οκταβιανός πρόσθεσε αυθαίρετα στον Αύγουστο διαρκείας 30 ημερών μία επιπλέον ημέρα, την οποία απέσπασε από το Φεβρουάριο, για μην υστερεί σε διάρκεια από το μήνα Ιούλιο που ήταν αφιερωμένος στον Ιούλιο Καίσαρα.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο μήνας είχε ευθύς εξαρχής 31 ημέρες από την εγκαθίδρυση του Ιουλιανού ημερολογίου το 45 π.Χ.
Η 31 Αυγούστου, σύμφωνα με το Βυζαντινό ημερολόγιο που ακολουθείται και σήμερα από την ορθόδοξη εκκλησία, γιορταζόταν ως παραμονή Πρωτοχρονιάς, αφού η 1η Σεπτεμβρίου, αποτελεί την έναρξη του εκκλησιαστικού έτους (αρχή Ινδίκτου).
Ο μήνας φέρεται και με τις ονομασίες Συκολόγος και Τραπεζοφόρος (από την αφθονία των καρπών του), ενώ οι 12 πρώτες ημέρες του ονομάζονται και «μερομήνια», γιατί η κάθε ημέρα του αντιστοιχεί και σε ένα μήνα από πλευράς καιρικών συνθηκών.
Οι ίδιες μέρες (ή οι μισές από αυτές) ονομάζονται και Δρίμες που θεωρούνται ότι είναι επικίνδυνες κατά μία δεισιδαιμονική αντίληψη, που εξουδετερώνεται όμως με το αγίασμα από την ακολουθία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος.
Σε μερικές περιοχές οι Δρίμες, θεωρούνται ότι συμπίπτουν με την «εώα επιτολή» του Σείριου, δηλαδή την ανατολή του λαμπρότερου άστρου του νυχτερινού ουρανού, λίγο πριν από τη ανατολή του ηλίου.
Οι Μάνος Δανέζης και Στράτος Θεοδοσίου αναφερόμενοι στο Σείριο σημειώνουν, ότι η χρονική περίοδος της ανατολής του είχε συνδεθεί στην αρχαιότητα με τα «κυνικά καύματα». Δηλαδή με τις θερμότερες μέρες του έτους, από την επαύξηση της ηλιακής θερμότητας από την ακτινοβολία του Σείριου.
Αναμφίβολα ο Αύγουστος (αρχή και του χειμώνα κατά τη γνωστή παροιμία),είναι γνωστότερος πρώτα απ΄όλα για τον Δεκαπενταύγουστό του. Από τη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου. «Από την κορυφαία γιορτή της πιο οικείας και αγαπητής μορφής στο χριστιανικό λατρευτικό τύπο» (Νικ. Γ. Πολίτης). Από εκείνη τη γιορτή που συνδέεται με το πανίερο πρόσωπο της Παναγίας μας, που ο λαός μας τιμά και σέβεται περισσότερο από κάθε τι άλλο με νηστεία και παρακλήσεις. Αλλά και με πανηγύρια.
Γράφει η Ελένη Ψυχογιού: «Κυρίαρχη θέση κατέχουν στο ετήσιο εορτολόγιο οι γιορτές προς τιμή της Παναγίας. ΄Ολοι οι σταθμοί του αγιασμένου βίου της ως Θεομήτορος τιμούνται με την τέλεση πάνδημων πανηγυριών, σύμφωνα με τη βιβλική παράδοση και τη χριστιανική διδαχή, αλλά και τη λαϊκή πίστη στις θαυματουργές μητρικές, προστατευτικές και θεραπευτικές της ιδιότητες, και τη σημασία που έχουν αυτές για τους ανθρώπους υποκειμενικά και συλλογικά κατά τόπους.
Τα πανηγύρια της Παναγίας τελούνται παραδοσιακά στο απόγειο του καλοκαιριού, όταν έχει ολοκληρωθεί ο παραγωγικός κύκλος […] αλλά και γιατί οι καιρικές συνθήκες ευνοούν τις υπαίθριες δραστηριότητες. Πέρα από εκδηλώσεις πίστης τα πανηγύρια αποτελούν συλλογικά, πολυσύνθετα και ύψιστης σημασίας επικοινωνιακά γεγονότα, που λειτουργούν ως θεμέλια πολιτισμού για τις ανθρώπινες κοινότητες ακόμη και στις μέρες μας, με όποια μορφή επιτελούνται κατά τόπους».
Τον Αύγουστο (27) γιορτάζεται και ο ΄Αγιος Φανούριος, ο οποίος «φανερώθηκε ξαφνικά» μετά το 1350 στη Ρόδο στις 27 Αυγούστου.
Πιο συγκεκριμένα, την ημέρα εκείνη βρέθηκε τυχαία η εικόνα που παντελώς άγνωστου Αγίου στα ερείπια μιας εκκλησίας.
Καθώς επισκεύαζαν οι Τούρκοι τείχη της πολιτείας -γράφει ο Φ. Πιόμπινος- οι εργάτες βρήκαν στα χαλάσματα μία παλαιά εκκλησία με φθαρμένες εικόνες.
Ανάμεσά τους και μία στην οποία ο Μητροπολίτης του νησιού Νείλος διάβασε την επιγραφή «΄Αγιος Φανούριος».
Αν και ο ΄Αγιος αυτός ήταν άγνωστος, ο Δεσπότης ανακαίνισε την ερειπωμένη εκκλησία και καθιέρωσε γιορτή την ημέρα εύρεσης της εικόνας του.
Τον ΄Αγιο Φανούριο έκανε δημοφιλέστατο η παρήχηση του ονόματός του προς το ρήμα φαίνω, φανερώνω δηλαδή αποκαλύπτω, παρουσιάζω κάτι.
(Εάν αναφέρθηκα στον ΄Αγιο Φανούριο, το έπραξα, γιατί δεν θέλω να συμβάλλω στην ενίσχυση μιας στρεβλής άποψης, που έχει σχέση με την παρασκευή της γνωστής φανουρόπιτας χάριν της μητέρας του Αγίου. Γιατί πώς είναι δυνατόν να έχουμε έναν ΄Αγιο άγνωστο -κατά τις πηγές- και να γνωρίζουμε τη μητέρα του;).
Να επανέλθω στο Δεκαπενταύγουστο, γιατί με τον εορτασμό εκείνου το 1940 συνδέεται και ο τορπιλισμός του καταδρομικού «΄Ελλη» στην Τήνο από ιταλικό υποβρύχιο, κατά την περιφορά της εικόνας της Μεγαλόχαρης.
Η ιερόσυλη πράξη άφησε άφωνο το πανελλήνιο. Εν καιρώ ειρήνης –γράφει η ιστορικός Μαρίνα Πετράκη- ένα ξένο υποβρύχιο έπληξε αναίτια και αιφνιδιαστικά ένα ελληνικό πολεμικό σκάφος σε θρησκευτική αποστολή και έθεσε σε κίνδυνο τις ζωές εκατοντάδων προσκυνητών.
Παρά τους ισχυρισμούς της τότε κυβέρνησης περί αγνώστου υποβρυχίου, λίγοι αμφέβαλαν για την ταυτότητά του. Όπως αποκαλύφτηκε αργότερα επρόκειτο για το ιταλικό υποβρύχιο «Ντελφίνο».
Στις 16 Αυγούστου ο ελληνικός τύπος στο σύνολό του χαρακτήρισε δόλιο και άνανδρο πλήγμα την απρόκλητη επίθεση κατά του ΄Ελλη, που «κτυπήθηκε πισώπλατα από εχθρικό στιλέτο».
Είχε προηγηθεί εξάλλου και ένα άλλο γεγονός. Το ίδιο απόγευμα της 15ης Αυγούστου, το ελληνικό ατμόπλοιο «Φρίντων» ευρισκόμενο στον όρμο Μπαλή της Κρήτης, χτυπήθηκε από δύο πολεμικά αεροπλάνα.
Σύμφωνα με την αναφορά του πλοιάρχου του Φρίντων, τα χαρακτηριστικά στην ουρά των αεροσκαφών ήταν ιταλικά.
Ο τορπιλισμός της ΄Ελλης, αφύπνισε και ξεσήκωσε τον ελληνικό λαό, για να αντιμετωπίσει τον εισβολέα που δεν σεβάστηκε ιερά και όσια.
Οι Ιταλοί διέπραξαν τον Δεκαπενταύγουστο του 1940 ένα μεγάλο λάθος, ένα έγκλημα που επρόκειτο να πληρώσουν λίγο αργότερα, πολύ ακριβά.
Κάνοντας λόγο για τον Αύγουστο δεν θα παρέλειπα το χιλιοτραγουδισμένο φεγγάρι του. Τη μαγευτική του πανσέληνο. Εκείνη που εμπνέει -μεταξύ άλλων- ποιητές και μουσικούς.
«Πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι» μας καλούσε ο Χατζηδάκης, σε στίχους Νότη Περιγιάλη ή τραγουδώντας στη διαδρομή τους στίχους Νίκου Γκάτσου «Χάρτινο το φεγγαράκι» όπως κι εκείνους «Φύτεψα στην πόρτα σου χορτάρι / νάχεις ίσκιο και δροσιά / κι ήρθα πριν αλλάξει το φεγγάρι/ να σου φέρει ζεστασιά».
Κοντά και τα λόγια του Λευτέρη Παπαδόπουλου, σε ένα από τα ωραιότερα τραγούδια του, την «Οδό Αριστοτέλους».
«….Βγάζανε τα δίκοχα οι παλιοί φαντάροι/ γέμιζε η πλατεία από παιδιά/ κι ήταν ένα πράσινο, πράσινο φεγγάρι/ να σου μαχαιρώνει την καρδιά», ενώ στη «μικρή Ραλού» του Χατζηδάκη «Ζηλεύει το φεγγάρι και στέλνει απ΄τα βουνά / το μαύρο καβαλάρη που μας κυβερνά» να τραγουδάμε με τα «Παιδιά κάτω στον κάμπο» (έλα κόρη της Σελήνης / κόρη του Αυγερινού/ να χαρίσεις στα παιδιά μας λίγα χάδια του ουρανού).
Το φεγγάρι ποτέ δε θα παύσει να γοητεύει και να εμπνέει, αν και στις 20 Ιουλίου 1969, πριν 44 χρόνια δηλαδή, έγινε «ένα μικρό βήμα για τον άνθρωπο, αλλά ένα τεράστιο για την ανθρωπότητα», πάνω στην επιφάνειά του.
Παρά ταύτα-γράφει ο Η. Μαγκλίνης- ο ασημόχρυσος σεληνιακός δίσκος στο νυχτερινό ουρανό, θα μας θυμίζει πάντα τα επιστημονικά επιτεύγματα, την υπέρβαση των ανθρωπίνων ορίων, παράλληλα όμως, δε θα παύσει να συμβολίζει τη βαθειά ανάγκη του ανθρώπου να ονειρευτεί, να ερωτοτροπήσει, έστω και φευγαλέα ή και μάταια ακόμα με μια άλλου είδους υπερβατικότητα.