Τα επόμενα βήματα για την συγκρότηση ασφαλιστικών δικλείδων στο θεσμικό πλάνο που αφορά στη λειτουργία της ΕΥΠ– με φόντο την παρακολούθηση του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη– επιχειρεί το Μέγαρο Μαξίμου, μετά και την κατάθεση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου(Δείτε την ΕΔΩ).
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αποφασισμένος να ξεκαθαρίσει πλήρως το τοπίο προωθώντας καταρχάς τις αναγκαίες θεσμικές αλλαγές και ανάβοντας ταυτόχρονα το «πράσινο φως» για την πολιτική αντιπαράθεση στην Ολομέλεια της βουλής, που θα επαναλειτουργήσει νωρίτερα. Η προ ημερησίας συζήτηση στη βουλή για το μείζον θέμα, σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, που ζήτησε ο ΣΥΡΙΖΑ, θα γίνει το πιθανότερο στις 25 Αυγούστου, ενώ στις 22 του μηνός στη Διάσκεψη των Προέδρων θα αποφασιστεί επίσης και η ημέρα της εκ νέου συνεδρίασης της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν ότι η επίσπευση επαναλειτουργίας της βουλής μετά τη σύντομη διακοπή του Αυγούστου έρχεται να επιβεβαιώσει την πρόθεση της κυβέρνησης να υπάρξουν άμεσες και διαφανείς διαδικασίες για την ανάλυση όλων των δεδομένων και την παρουσίαση του προτεινόμενου πλάνου από το κάθε κόμμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το ΠΑΣΟΚ, κατηγορεί την κυβέρνηση ότι «παίζει καθυστέρηση», εντούτοις η αποδοχή από τη ΝΔ του αιτήματος του ΣΥΡΙΖΑ για προ ημερησίας συζήτηση στη βουλή, αντιμετωπίζεται από τη Χαριλάου Τρικούπη ως ένα επικοινωνιακό τέχνασμα των δύο μονομάχων που θα ενταφιάσει την ουσία του θέματος και θα διευκολύνει το στόχο τους δια της μάχης των εντυπώσεων. Σε κάθε περίπτωση το ξετύλιγμα του κουβαριού ξεκινά τη στιγμή που το Μέγαρο Μαξίμου προχωρά σε άμεσες θεσμικές αλλαγές, τις οποίες κυβερνητικά στελέχη τις χαρακτηρίζουν, εκτός από αναγκαίες και σαρωτικές. Η πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για παράδειγμα συμπεριλαμβάνει τη πρόβλεψη επαναφοράς των δύο εισαγγελέων στην εποπτεία της ΕΥΠ – την οποία έχει καταργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ το 2018 – και την διενέργεια νόμιμων επισυνδέσεων (παρακολουθήσεων) με την υπογραφή και των δύο.
Τις αλλαγές αυτές είχε προαναγγείλει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μετά από το ξέσπασμα της υπόθεσης της νόμιμης παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη, που οδήγησε στην παραίτηση του γενικού γραμματέα της κυβέρνησης Γρηγόρη Δημητριάδη και του Διοικητή της ΕΥΠ Παναγιώτη Κοντολέοντος. Ο κ. Μητσοτάκης είχε ακόμη καλέσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης σε διάλογο για περαιτέρω αλλαγές στη λειτουργία της ΕΥΠ, προκειμένου να θωρακίσουν τη λειτουργία της. Είναι δε σίγουρο ότι το κάλεσμα σε διάλογο αφορούν μεταξύ άλλων τέσσερα πεδία αλλαγών, που προτείνει η κυβέρνηση και είναι:
1ον. Ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.
2ον. Αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών και της ΕΥΠ.
3ον. Θωράκιση του πλαισίου νομίμων επισυνδέσεων για πολιτικά πρόσωπα.
4ον. Αλλαγές στο εσωτερικό της ΕΥΠ για την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της.
Οι κινήσεις της κυβέρνησης δείχνουν ωστόσο ότι η τακτική που ακολουθεί δεν συνυπογράφει απαραίτητα την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για την άμεση σύγκληση -πριν την προ ημερησίας συζήτηση στην Ολομέλεια- της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, όπου εκ των πραγμάτων μπορεί να ακουστούν «περισσότερες αλήθειες», αφού συνεδριάζει βάσει του πλαισίου κεκλεισμένων των θυρών. Από την άλλη πλευρά το Μέγαρο Μαξίμου, δια τυ κυβερνητικού εκπροσώπου κατηγορεί το Νίκο Ανδρουλάκη ότι αρνείται την ενημέρωση για την υπόθεση παρά τις προσκλήσεις θεσμικού χαρακτήρα. Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ έχει πάντως επιλέξει την γραμμή του διαρκούς αιτήματος για την ανακοίνωση από την κυβέρνηση του λόγου που οδήγησε την ΕΥΠ στην επισύνδεση, δηλαδή στην παρακολούθηση του κινητού του. Η Χαριλάου Τρικούπη επιμένει ότι κρίσιμα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα και με ευθύνη του Κυριάκου Μητσοτάκη, ενώ αναμένει έχοντας σχετική εικόνα αντίδραση από το ευρωκοινοβούλιο και ειδική συνεδρίαση ακόμη και της Ολομέλειας για το θέμα στις αρχές του φθινοπώρου.
Σε χθεσινές απανωτές συσκέψεις εν τω μεταξύ στη Χαριλάου Τρικούπη συμφώνησαν οι συμμετέχοντες, μετά από επικοινωνία με τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, να υπάρξει σήμερα μπαράζ επιθέσεων από «πράσινα» στελέχη στην κυβέρνηση και δη στον εκπρόσωπό της, Γιάννη Οικονόμου με αφορμή την κατηγορία ότι ο κ. Ανδρουλάκης αρνείται την ενημέρωση με θεσμικό τρόπο από τους αρμόδιους σχετικά με την επισύνδεση του κινητού του τηλεφώνου. Δεν αποκλείεται ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης να κάνει δήλωση επί του θέματος, αναδεικνύοντας το επιχείρημα ότι ουδέποτε δέχθηκε πρόσκληση από τις ηγεσίες των αρμόδιων θεσμών να ενημερωθεί για όλο το πλέγμα των δράσεων όσον αφορά την κατά τον πρωθυπουργό «τυπικά επαρκή, όμως πολιτικά, μη αποδεκτή, νόμιμη επισύνδεση» του κινητού του. Είναι προφανές ότι ο κ. Ανδρουλάκης θα κλιμακώσει πρωτοβουλίες για την ανάδειξη του θέματος- γνωρίζοντας ότι δεν είναι η προ ημερησίας συζήτηση στη βουλή το κατάλληλο για εκείνον πεδίο (ο ίδιος ως ευρωβουλευτής δεν συμμετέχει).
Ο Αλέξης Τσίπρας θεωρεί ότι η επαναλειτουργία της Ολομέλειας της βουλής μία εβδομάδα πριν την προγραμματισμένη ημερομηνία (για τις 31 Αυγούστου) δεν απαντά και δεν ανταποκρίνεται επί της ουσίας στο αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ για την άμεση συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας «που ζήτησε ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων». Στελέχη της Κουμουνδούρου εκτιμούν ότι το Μέγαρο Μαξίμου θέλει να κερδίσει χρόνο, παίζει καθυστέρηση, αλλά «στην προσπάθειά τους αυτή κάνουν την ενοχή τους να φωνάζει ακόμη πιο δυνατά και τον φόβο τους για έλεγχο να μην κρύβεται με τίποτα». Με ανακοίνωση της Κουμουνδούρου τονίζεται επίσης ότι: «Ό, τι κι αν σκαρφιστούν, όσο σιωπητήριο και να προσπαθήσουν να επιβάλουν ο ασκός του Αιόλου έχει ανοίξει. Τίποτα δεν γλιτώνει τον κ. Μητσοτάκη από τις ευθύνες του για την εκτροπή που επιχείρησε».
Χθες έγινε μάχη ανταλλαγής απόψεων μεταξύ του Ευάγγελου Βενιζέλου και του υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη για κατά πόσον ήταν νόμιμη η παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη. Ως γνωστόν ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και συνταγματολόγος τάχθηκε με παρέμβασή του απέναντι στον χειρισμό της υπόθεσης και τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ενώ ο κ. Γεραπετρίτης προσπάθησε χθες να αποδομήσει το σκεπτικό του κ. Βενιζέλου με άρθρο του στο protagon.gr. Ο υπουργός και στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου σημείωσε ότι ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μίλησε για μία συνολική εξαίρεση των πολιτικών προσώπων από τις παρακολουθήσεις, πράγμα που – όπως αναφέρει – θα ήταν προνομιακή μεταχείρισή τους και ο κ. Βενιζέλος επανήλθε λέγοντας ότι η περίπτωση της παρακολούθησης των βουλευτών της Χρυσής Αυγής ήταν τελείως διαφορετική νομικά με εκείνη του σημερινού προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Το μπρα ντε φερ- νομικό και πολιτικό- επεκτάθηκε στην ανάλυση και την ανταλλαγή απόψεων για όλες τις πτυχές του μείζονος θέματος, αναδεικνύοντας και την πολυπλοκότητά του.