Αρχική Χωρίς κατηγορία 51 Χρόνια από το Πολυτεχνείο: Η εξέγερση που σηματοδότησε τη Μεταπολίτευση

51 Χρόνια από το Πολυτεχνείο: Η εξέγερση που σηματοδότησε τη Μεταπολίτευση

Το Πολυτεχνείο του Νοεμβρίου 1973αποτελεί ορόσημο στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας. Μισός αιώνας μετά, παραμένει σύμβολο ελευθερίας και δημοκρατίας, υπενθυμίζοντας τη δύναμη της νεολαίας και της συλλογικής δράσης απέναντι στην καταπίεση.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν τερμάτισε άμεσα τη δικτατορία των συνταγματαρχών, όμως αποτέλεσε τομή στην ιστορία, υπονομεύοντας το καθεστώς και οδηγώντας στην πτώση του το 1974, μετά την τραγωδία της Κύπρου. Η εξέγερση αυτή, γεμάτη από αυταπάρνηση, θυσίες και όνειρα για ελευθερία, είναι η «Μητέρα της Μεταπολίτευσης».

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν ήταν μια απλή φοιτητική κινητοποίηση· ήταν μια συλλογική κραυγή ενάντια στη χούντα των συνταγματαρχών και την καταπίεση.

Το Πολυτεχνείο παραμένει ένας ζωντανός τόπος μνήμης και διαρκούς έμπνευσης, ανοικτός σε ποικίλες ερμηνείες και υπερ-ερμηνείες, αμφισβητήσεις, επικαιροποιήσεις και οικειοποιήσεις. Η διαχρονική αντοχή του στον χρόνο και η ικανότητά του να ξεπερνά τη φθορά της θεσμικής κανονικοποίησης αναδεικνύουν την ισχυρή του θέση στο συλλογικό υποσυνείδητο. Τα συνθήματα του Πολυτεχνείου συνεχίζουν να προσαρμόζονται στις ανάγκες και τις απαιτήσεις κάθε εποχής, ενώ το αποτύπωμά του παραμένει βαθιά χαραγμένο στη διαμόρφωση των νοοτροπιών και στη συλλογική ιστορία των συνειδήσεων.

Από τον ΙΔΕΑ στη Δικτατορία

Για να κατανοήσουμε την εξέγερση του Πολυτεχνείου, πρέπει να εξετάσουμε την πολιτική αστάθεια που χαρακτήρισε την Ελλάδα από τη δεκαετία του 1940
Η Ελλάδα, μέσα από τις δεκαετίες του 20ού αιώνα, βίωσε συνεχείς πολιτικές αναταραχές. Από τη δικτατορία του Μεταξά έως την Κατοχή και τον Εμφύλιο, η χώρα βρισκόταν σε μια κατάσταση κοινωνικής ρευστότητας. Μετά τον Εμφύλιο, η δημοκρατία που εγκαθιδρύθηκε ήταν εύθραυστη, γεμάτη εκτελέσεις, εξορίες και παρακρατικές ενέργειες.

Οι διαρκείς παρεμβάσεις του στρατού στην πολιτική σκηνή, όπως αυτές του ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών), υπονόμευσαν κάθε προσπάθεια για την εδραίωση μιας πραγματικής δημοκρατίας.

Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη το 1963, η υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ και τα Ιουλιανά του 1965καλλιέργησαν ένα περιβάλλον πολιτικής αστάθειας που εκμεταλλεύτηκαν οι συνταγματάρχες, καταλύοντας τη δημοκρατία στις 21 Απριλίου 1967.

Το καθεστώς της χούντας εγκαθίδρυσε ένα καθεστώς καταπίεσης. Εξορίες, βασανιστήρια, απαγορεύσεις και φίμωση κάθε διαφορετικής φωνής χαρακτήρισαν την επταετία.

Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα καταστολής, οι διώξεις κατά των αντιφρονούντων έφτασαν σε πρωτοφανή επίπεδα. Οι φυλακές και τα ξερονήσια γέμισαν με αντιδικτατορικούς αγωνιστές, ενώ οι ταράτσες των ανακριτηρίων έγιναν χώροι φρικτών βασανιστηρίων. Οι διωκτικές αρχές του καθεστώτος, μεθυσμένες από την αίσθηση της απόλυτης εξουσίας, διέπρατταν εγκλήματα που σημάδεψαν την ιστορία.

Την ίδια στιγμή που οι αγωνιστές υπέφεραν στα βασανιστήρια, η Χούντα προχώρησε σε έναν πρωτοφανή πλούτο ιδιοποίησης του δημόσιου χρήματος. Με κάθε έννοια διαφάνειας ανύπαρκτη, το καθεστώς κατασπατάλησε τους πόρους της χώρας, επιδεικνύοντας πλήρη αδιαφορία για τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Ο δημόσιος πλούτος έγινε αντικείμενο κερδοσκοπίας και ιδιοτέλειας από το καθεστώς και τους συνεργάτες του.

Μέσα σε αυτό το σκοτάδι, φωτεινές προσωπικότητες όπως ο Αλέκος Παναγούλης και ο Σπύρος Μουστακλής αναδείχθηκαν ως ηγετικές μορφές του αντιδικτατορικού αγώνα. Ο Παναγούλης, με την απόπειρα δολοφονίας κατά του δικτάτορα Παπαδόπουλου, και ο Μουστακλής, που υπέστη φρικτά βασανιστήρια, έγιναν σύμβολα θάρρους και αντίστασης.

Σημαντικοί άνθρωποι του πνεύματος, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Ανδρέας Λεντάκης, υπέστησαν επίσης βίαιη καταστολή. Ο Θεοδωράκης, με τη μουσική και την παγκόσμια αναγνώρισή του, και ο Λεντάκης, με την πολιτική του δράση, ενσάρκωσαν το πνεύμα αντίστασης ενάντια στη δικτατορία.

Η “Φιλελευθεροποίηση” του Καθεστώτος

Το καθεστώς Παπαδόπουλου επιχείρησε να υιοθετήσει ένα προσωπείο φιλελευθεροποίησης, αποφυλακίζοντας πολιτικούς κρατουμένους και χαλαρώνοντας τη λογοκρισία. Παράλληλα, ανακοινώθηκαν εκλογές για τις 10 Φεβρουαρίου 1974, βασισμένες στο αναθεωρημένο Σύνταγμα του 1968. Αν και το Σύνταγμα αυτό υποτίθεται ότι θα οδηγούσε στη μετάβαση σε πολιτική διακυβέρνηση, διατηρούσε ακέραιη τη δυνατότητα του στρατού να επεμβαίνει στην πολιτική ζωή.

Η απόπειρα αυτή, αν και βρήκε θετική ανταπόκριση από ορισμένα αστικά κόμματα, επικρίθηκε σφοδρά από το ΚΚΕ και το ΠΑΚ, που χαρακτήρισαν τη διαδικασία “προσχηματική”. Οι οργανώσεις αυτές έθεσαν στο επίκεντρο της κριτικής τους την απουσία ουσιαστικών αλλαγών και τη διατήρηση του στρατιωτικού ελέγχου.

Ο έλεγχος του φοιτητικού συνδικαλισμού και η εξέγερση της Νομικής 

Από το 1967, η χούντα προσπάθησε να ελέγξει πλήρως τη φοιτητική δραστηριότητα. Φοιτητικές εκλογές ακυρώθηκαν, οι φοιτητές υποχρεώθηκαν σε στρατιωτική θητεία, και διορίστηκαν μη εκλεγμένα μέλη στους φοιτητικούς συλλόγους. Η καταπίεση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, ενώ η αυτοπυρπόληση του φοιτητή Κώστα Γεωργάκη το 1970 στην Ιταλία έμεινε ως η πρώτη μεγάλη πράξη αντίστασης.

Η πρώτη μεγάλη μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας έλαβε χώρα στις 21 Φεβρουαρίου 1973, όταν τρεις με τέσσερις χιλιάδες φοιτητές κατέλαβαν τη Νομική Σχολή Αθηνών. Αιτήματα τους αποτέλεσαν η άρση του νόμου 1347, που επέβαλλε στρατιωτική θητεία σε “αντιδραστικούς νέους”, και η κατοχύρωση ακαδημαϊκών ελευθεριών. Από την ταράτσα της Νομικής, οι φοιτητές διακήρυξαν:

«Ορκιζόμαστε στο όνομα της ελευθερίας να αγωνισθούμε μέχρι τέλους για την κατοχύρωση:
α) των ακαδημαϊκών ελευθεριών,
β) του πανεπιστημιακού ασύλου,
γ) της ανακλήσεως όλων των καταπιεστικών νόμων και διαταγμάτων».

Η απάντηση του καθεστώτος ήταν άμεση. Η αστυνομία επιτέθηκε σε φοιτητές στους γύρω δρόμους, χωρίς όμως να παραβιάσει το πανεπιστημιακό άσυλο. Αυτή η πράξη αντίστασης αποτέλεσε τον προάγγελο της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, η οποία κλιμάκωσε τον αντιδικτατορικό αγώνα.

Η εξέγερση του Πολυτεχνείου: 14-17 Νοεμβρίου 1973

Στις 14 Νοεμβρίου, το Πολυτεχνείοκαταλήφθηκε, με το σύνθημα «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία» να γίνεται το κεντρικό κάλεσμα.

Στις 14 Νοεμβρίου 1973, φοιτητές του Πολυτεχνείου αποφάσισαν αποχή από τα μαθήματα και προχώρησαν σε διαδηλώσεις. Τα αιτήματά τους περιλάμβαναν:

  • Ανάκληση των αποφάσεων της Χούντας για τη διεξαγωγή φοιτητικών εκλογών.
  • Εκδημοκρατισμό των πανεπιστημίων.
  • Αύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 20% του κρατικού προϋπολογισμού.
  • Κατάργηση του νόμου 1347 που επέβαλλε την αναγκαστική στράτευση των φοιτητών.

Οι φοιτητές οχυρώθηκαν στο κτίριο του Πολυτεχνείου, στην οδό Πατησίων, και ξεκίνησαν μια αυθόρμητη κατάληψη που εξελίχθηκε σε σύμβολο του αγώνα κατά της δικτατορίας.

Ο ραδιοφωνικός σταθμός του Πολυτεχνείου

Μία από τις σημαντικότερες στιγμές της εξέγερσης ήταν η λειτουργία του ραδιοφωνικού σταθμού του Πολυτεχνείου. Ο πομπός κατασκευάστηκε από τον φοιτητή Γιώργο Κυρλάκη μέσα στα εργαστήρια του Πολυτεχνείου και τέθηκε σε λειτουργία μέσα σε λίγες ώρες. Το πρώτο και εμβληματικό μήνυμα ακούστηκε πανελλαδικά:

 

Οι εκφωνητές Μαρία Δαμανάκη, Δημήτρης Παπαχρήστος και Μίλτος Χαραλαμπίδης μετέδωσαν μηνύματα θάρρους και ενότητας, ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή του κόσμου.

Αντιδράσεις της Χούντας και οδομαχίες

Το πρώτο βράδυ, μια ομάδα περίπου 100 χουντικών νεολαίων και παρακρατικών προσπάθησε να οργανώσει εισβολή στο Πολυτεχνείο. Αν και δεν κατάφεραν να σπάσουν την κατάληψη, εμπόδισαν την τροφοδοσία των φοιτητών. Παράλληλα, η υποστήριξη προς τους φοιτητές αυξήθηκε. Στην Αθήνα αλλά και σε άλλες πόλεις, οργανώθηκαν διαδηλώσεις και συλλαλητήρια κατά του καθεστώτος.

Κατά τη διάρκεια των ημερών, η ατμόσφαιρα κλιμακώθηκε. Από τις 14 έως τις 17 Νοεμβρίου, οδομαχίες μεταξύ εξεγερμένων και αστυνομίας έλαβαν χώρα στους δρόμους της Αθήνας, ενώ ο κόσμος μαζεύτηκε γύρω από το Πολυτεχνείο για να στηρίξει τον αγώνα.

Η νύχτα της εισβολής

Στις 3 π.μ. της 17ης Νοεμβρίου, ενώ οι διαπραγματεύσεις για ασφαλή αποχώρηση βρίσκονταν σε εξέλιξη, η μεταβατική κυβέρνηση αποφάσισε την επέμβαση του στρατού. Ένα άρμα μάχης έριξε την κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου, καταστρέφοντας κάθε φυσικό και συμβολικό εμπόδιο. Κατά την είσοδο, τραυματίστηκε σοβαρά η φοιτήτρια Πέπη Ρηγοπούλου, ενώ υποστηρίζεται ότι σκοτώθηκαν φοιτητές πίσω από την πύλη, χωρίς αυτό να έχει αποδειχθεί πλήρως.

Οι φοιτητές που παρέμειναν, συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο και ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο, διατήρησαν το πνεύμα της αντίστασης. Η εκπομπή του ραδιοφωνικού σταθμού συνεχίστηκε για 40 λεπτά μετά την πτώση της πύλης, μεταδίδοντας εκκλήσεις για ειρηνική διαμαρτυρία και ψυχραιμία.

Οι αστυνομικές δυνάμεις που ανέμεναν έξω από την πύλη Στουρνάρη επιτέθηκαν στους φοιτητές κατά την αποχώρησή τους. Πολλοί από αυτούς δέχτηκαν βία ή βρήκαν καταφύγιο σε γειτονικές πολυκατοικίες, ενώ ελεύθεροι σκοπευτές από γειτονικές ταράτσες πυροβολούσαν. Παρά τις κακουχίες, η αντίσταση συνεχίστηκε σε πνευματικό επίπεδο, με την κοινωνία να στρέφεται ενάντια στη χούντα.

Η κληρονομιά της εξέγερσης

Η θυσία των φοιτητών και των πολιτών στο Πολυτεχνείο σημάδεψε το τέλος της χούντας. Λίγους μήνες μετά, η τουρκική εισβολή στην Κύπρο ανέδειξε την αποτυχία του καθεστώτος, οδηγώντας στην πτώση του τον Ιούλιο του 1974 και στην αποκατάσταση της Δημοκρατίας.

Το Πολυτεχνείο έγινε σύμβολο ελευθερίας και δικαιωμάτων. Κάθε χρόνο, η μνήμη του τιμάται ως υπόμνηση της δύναμης του λαού απέναντι στην καταπίεση. Οι παραφωνίες που επιμένουν να αρνούνται τους νεκρούς ή να μειώνουν την αξία της εξέγερσης δεν μπορούν να αναιρέσουν τη σημασία της.

Το Πολυτεχνείο ζει

Το μήνυμα του Πολυτεχνείου παραμένει επίκαιρο. Είναι μια υπενθύμιση ότι η ελευθερία, η παιδεία και η αξιοπρέπεια είναι δικαιώματα που απαιτούν συνεχή διεκδίκηση. Η ιστορία αυτή διδάσκει ότι η ενότητα, το θάρρος και η πίστη σε ιδανικά μπορούν να αλλάξουν την πορεία μιας κοινωνίας.

Σήμερα, 51 χρόνια μετά, το μήνυμα του Πολυτεχνείου παραμένει ζωντανό. Σε έναν κόσμο γεμάτο προκλήσεις, η ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και πολιτική συμμετοχή είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.

Το Πολυτεχνείο μας διδάσκει ότι ακόμη και στις πιο δύσκολες συνθήκες, η αντίσταση είναι εφικτή. Η θυσία αυτών που αγωνίστηκαν το 1973 είναι μια υπενθύμιση ότι η ελευθερία είναι ιδανικό που αξίζει κάθε θυσία.

Μετά την πτώση της Χούντας και την έναρξη της Μεταπολίτευσης, οι πραξικοπηματίες της δικτατορίας αντιμετώπισαν τη δικαιοσύνη. Νομικοί, με πρωτοβουλίες που αποσκοπούσαν στη διασφάλιση της λογοδοσίας, οδήγησαν τους πρωταίτιους σε δίκες. Οι ποινές που επιβλήθηκαν σε κορυφαία στελέχη της Χούντας, όπως ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, ανέδειξαν την ανάγκη για αποκατάσταση της δικαιοσύνης στη μεταχουντική Ελλάδα,