Χωρίς τέλος είναι οι συγκλονιστικές μαρτυρίες που ακολουθούν τη «μαύρη» Δευτέρα, όπου η Ανατολική Αττική παραδόθηκε στις φλόγες, αφήνοντας πίσω τους μόνο στάχτη και 99 νεκρούς.
Στη μηνυτήρια αναφορά που κατέθεσε ο αδελφός του τελευταίου θύματος, της 26χρονης Ελισάβετ, καταγράφονται τα συνεχή προβλήματα που έμελε να στοιχίσουν τη ζωή όχι μόνο της άτυχης εγκαυματία που κατέληξε την 11η Σεπτεμβρίου, αλλά και της μητέρας τους λίγες ημέρες νωρίτερα.
Οι εντολές της Αστυνομίας να κατευθυνθούν προς το Μάτι, λίγο πριν αυτό καταστραφεί και ενώ ήδη οι δύο γυναίκες έφεραν βαριά τραύματα από την πυρκαγιά, η ανυπαρξία οργάνωσης, αφού η πρώτη κλινική στην οποία απηύθυνε έκκληση δεν ήταν ενήμερη πού θα έπρεπε να μεταφερθούν οι εγκαυματίες, αλλά και η αποτυχημένη προσπάθεια να νοσηλευθεί η 26χρονη στο εξωτερικό λόγω «μεγάλης γραφειοκρατίας και ευθυνοφοβίας», είναι μερικά από τα περιστατικά που περιγράφει ο Γιάννης Χαρδαλούπας.
Μέσα σε 20 σελίδες, ο αδελφός της άτυχης Ελισάβετ μνημονεύει τις στιγμές χάους που έζησαν με τη μητέρα τους, προσπαθώντας να φύγουν από το σπίτι τους στον Νέο Βουτζά, για να γλιτώσουν από την πυρκαγιά. Οπως αναφέρει, κατά την προσπάθειά τους να απομακρυνθούν από τον καπνό, δεν είδαν πουθενά πυροσβεστικά οχήματα, ούτε εναέρια πυροσβεστικά μέσα. «Την απουσία αυτή την είδαμε αρχικά αισιόδοξα, ήτοι ότι αφού δεν υπήρχαν πυροσβεστικά μέσα δεν θα είναι σοβαρή και επικίνδυνη φωτιά, αλλά στη συνέχεια αντιληφθήκαμε ότι τα πράγματα έπαιρναν επικίνδυνες διαστάσεις και η παντελής απουσία πυροσβεστικών μέσων πλέον μας ανησύχησε ιδιαίτερα», αναφέρει και προσθέτει ότι όταν «πέρασε τυχαία» ένα περιπολικό, αυτό που τους είπαν οι αστυνομικοί ήταν: «για καλό και κακό φύγετε».
Αν και επιχείρησαν να διαφύγουν με δύο αυτοκίνητα, τελικά αυτό ήταν ανέφικτο, αφού οι δύο γυναίκες εγκλωβίστηκαν ανάμεσα στις φλόγες. «Το αυτοκίνητο είχε τελείως καεί, ενώ και αυτές είχαν φανερά και πολύ σοβαρά εγκαύματα. Πονούσαν πολύ και τις επιβίβασα στο αυτοκίνητό μου και ειδικότερα η μητέρα μου μπροστά και η αδελφή μου πίσω και φύγαμε με κατεύθυνση το Κέντρο Υγείας Νέας Μάκρης» περιγράφεται στην έγκληση, επισημαίνοντας: «οι εκεί αστυνομικοί μου είπαν να πάω στο Μάτι, παρά το γεγονός ότι τους έδειξα τις καμένες μητέρα και αδελφή μου. Πάλι, όμως, κομφούζιο επικρατούσε και ήμουν σίγουρος ότι στο σημείο εκείνο θα καιγόμασταν. Αποφάσισα να πάω στην Αθήνα και το έκανα τρέχοντας με 150 χιλιόμετρα την ώρα και πήγαινα και στο αντίθετο ρεύμα, για να σωθούν η μητέρα μου και η αδελφή μου, διότι έβλεπα ότι κινδυνεύουν από τα πολλά εγκαύματα που έφεραν στα σώματά τους».
Η οικογενειακή τραγωδία συνεχίστηκε και όταν έφτασαν στην κλινική. Αν και οι δύο γυναίκες χρειάζονταν άμεση νοσηλεία, δεν υπήρχε τμήμα εγκαυμάτων. Ωστόσο, «πέρασαν, δυστυχώς, δύο πολύτιμες ώρες διαβουλεύσεων και συσκέψεων για το πού θα έπρεπε να μεταφερθούν οι δύο σοβαρά τραυματίες. Μου είπαν για το Νοσοκομείο Ευαγγελισμός και αυτό έκανα. Ετσι, διακομίστηκαν και οι δύο στον Ευαγγελισμό, αλλά στη συνέχεια η μητέρα μου κατέληξε 4/8/18 και η αδελφή μου 11/9/18».
Παράλληλα, ο κ. Χαρδαλούπας περιγράφει σκηνές απόλυτης γραφειοκρατικής τρέλας λίγο μετά το θάνατο της μητέρας του, όταν επιχείρησε να μεταφέρει την εγκαυματία αδελφή του στις ΗΠΑ, όπου διαμένει εκείνος μόνιμα. «Λόγω μεγάλης γραφειοκρατίας και ευθυνοφοβίας στη χώρα μας, δεν κατάφερα να εκδώσω νέα ταυτότητα και ούτε και διαβατήριο, διότι ήθελαν την ίδια, κάτι όμως που ήταν αδύνατο» υπογραμμίζει και καταλήγει: «Είχαν καεί όλα τα έγγραφά της με τα στοιχεία της (ταυτότητα, διαβατήριο κ.λπ.) και δεν μπορούσα να εκδώσω νέα ταυτότητα. Μου ζητούσαν πληρεξούσιο (!), αλλά και αυτό δεν μπορούσε να γίνει, διότι ήταν σε καταστολή. Δεν πρόλαβα, δυστυχώς, να ολοκληρώσω τη διαδικασία δικαστικής συμπαράστασης, διότι την 11η Σεπτεμβρίου απεβίωσε και η αδελφή μου».
Στην μήνυση – καταπέλτη, ο αδελφός της 26χρονης στρέφεται κατά του Ι. Καπάκη, πρώην γενικού γραμματέα Πολιτικής Προστασίας του υπουργείου Εσωτερικών, της Ρένας Δούρου, περιφερειάρχη Αττικής, του Ηλία Ψινάκη, δημάρχου Μαραθώνα Αττικής, των αρμοδίων και υπευθύνων αξιωματικών του Πυροσβεστικού Σώματος και της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ..),ενώ παράλληλα ζητείται η άσκηση ποινικής δίωξης για κακουργηματική έκθεση και για τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, του εμπρησμού δάσους και του εμπρησμού.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου